Τετ04172024

Last update08:52:20 AM

ΑΜΦΙΤΡΥΩΝ

 

19-08-2012 ΕΠΙΔΑΥΡΟΣ

  

Να είναι ονειροφαντασία; 

 

 amfitrywn 1  Το θεατρικό κείμενο του Molière Amphitryon (1668), το οποίο έχει βασιστεί στην κωμωδία του Ρωμαίου Titus Maccius Plautus Amphitryon, εμπνευσμένα αμφότερα από τον αρχαίο ελληνικό μύθο του Αμφιτρύωνα, επέλεξε να αναπαραστήσει ο Λευτέρης Βογιατζής μέσω του Εθνικού Θεάτρου. Η αναπαράσταση αρχίζει με τους ανθρώπους μαριονέττες ή κουρδιστά παιχνίδια να συγκεντρώνονται σιγά σιγά, γύρω-γύρω όλοι, σε ένα γαϊτανάκι, που μοιάζει με καρουζέλ, στην σκεπή του οποίου βρίσκεται η Νύχτα-Υποβολέας. Ανάμεσα στην σκηνή και στα παρασκήνια πέφτει ένα παραβάν-αυλαία, το οποίο μεγαλώνει τις μορφές των σκιών και χωρίζει τα ιδιωτικά από αυτά που μας δημοσιοποιούνται. Οι υποκριτές χαχανίζουν και σχολιάζουν τα τεκταινόμενα. Ο Ερμής συνομιλεί με την Νύχτα ανυψωμένος στα ξυλοπόδαρα του και της ζητά να διαρκέσει περισσότερο. Για χάρη του Δία θα μεταμορφωθεί σε Σωσία, στον υπηρέτη δηλαδἠ του Αμφιτρύωνα, ενώ ο Δίας στον ίδιο τον Αμφιτρύωνα. 


Η μυθολογική παράδοση θέλει την Αλκμήνη να προτρέπει τον Αμφιτρύωνα σε εκστρατεία κατά των Τηλεβόων ή Ταφίων, καθώς είχαν σκοτώσει όλα της τα αδέρφια εκτός από τον Λυκύμνιο. Αυτός ήταν και ο όρος που ο Ηλεκτρύων (πατέρας της Αλκμήνης) του είχε δώσει ως σύζυγο, σε λευκό γάμο την Αλκμήνη. Δεν επιτρεπόταν να την αγγίξει λοιπόν προτού εκδικηθεί τους Ταφίους. Ο Αμφιτρύωνας νικάει τους Ταφίους, και επιστρέφοντας στην Θήβα νικητής έρχεται αντιμέτωπος με μια σκοτεινή κατάσταση. Ο Δίας, θέλοντας να συνευρεθεί ερωτικά με την Αλκμήνη, έχει μεταμορφωθεί σε Αμφιτρύωνα. Φεύγοντας πριν ξημερώσει της λέει: τον σύζυγο όταν δεις τον εραστή στοχάσου (quand vous verrez l’époux, Songez à l’amant). Κι ενώ η Αλκμήνη με την βεβαιότητα της καθαρής και αθώας οντότητας, δοσμένη σε μια ενότητα ανθρώπου, δηλώνει ερωτευμένη με τον εραστή, αλλά και με το σύζυγο ταυτόχρονα, όταν ο Αμφιτρύωνας επιστρέφει από τον πόλεμο νικητής, εκείνη του αναφέρει πόσο θερμός ήταν εχθές το βράδυ και εκείνος συνειδητοποιεί, πως κάποιος άλλος συνευρέθηκε με εκείνην στην κάμαρα τους και προσβάλει κατάφορα την Αλκμήνη. 

Η νύχτα έχει διαλυθεί, και μέσα σε αυτήν το όνειρο, τη θέση της παραλαμβάνει η μέρα, διαδικασία που πραγματοποιείται και σκηνικά μέσω της διάλυσης του περιστρεφόμενου γαϊτανακιού. Η αστροφόρητη σκεπή σπάει στα δύο, και ο κορμός μετατρέπεται σε ένα κανόνι, το οποίο σηματοδοτεί την πολεμική ατμόσφαιρα που εγκαθιδρύει η δυσάρεστη προαναφερθείσα αποκάλυψη. Τα ερωτήματα: τι είναι πραγματικότητα και τι φαντασία; Ποιός είναι ποιός; 

Η διττή εικόνα του εαυτού αντικατοπτρίζεται διαμέσου του καθρέφτη Αμφιτρύωνα (πραγματικού)/Αμφιτρύωνα (υποκρινόμενου) συζύγου/εραστή, αλλά και Ερμή/Σωσία, όπως επίσης και στην αντίθεση του ζευγαριού Κλεάνθης-Σωσία/Αλκμήνης-Αμφιτρύωνα. Εδώ ο Βογιατζής επιλέγει την τεχνική του καθρέφτη, για να μιλήσει σχετικά με το ποιός είναι ποιός, τι φαίνεται και τι είναι πραγματικά και εν τέλει για το ποιός είναι ο εαυτός. Αυτό το ανατρεπτικό στοιχείο αναδεικνύεται δυναμικά καθώς η Αλκμήνη προσβάλλεται από τον εξευτελισμό του πραγματικού Αμφιτρύωνα και φανερώνει το σκληρό της, θιγμένο, εαυτό. 

Η αντίληψη του κόσμου μέσω της διττής όψης εμφανίζεται στην αντίθεση ονειροφαντασία/πραγματικότητα, μέρα/νύχτα, ευαίσθητος/σκληρός, άρχοντας/υπηρέτης, θεοί/θνητοί, άνδρας/γυναίκα. Το έργο στηρίζεται σε αυτές τις αντιθέσεις, αλλά προσπαθεί να τις ξεπεράσει. Ωστόσο, οι θεοί φαίνονται παντοδύναμοι, και ο Αμφιτρύωνας (ή οι άνθρωποι) θα πρέπει να νιώσει τιμή και να συμβιβαστεί με τη μελλοντική πραγματικότητα. Η Αλκμήνη θα φέρει στον κόσμο το παιδί του Δία, αλλά συνάμα και του Αμφιτρύωνα. Οι άνθρωποι έτσι εμφανίζονται ως παίγνια στα χέρια των θεών υποχρεωμένοι να δεχθούν τις παρεμβάσεις και τις επιθυμίες τους. 

Σε όλη τη διάρκεια της αναπαράστασης η σκηνοθετική οδηγία της νύχτας/υποβολέα σε ρόλο σχολιαστή των μεταφραστικών επιλογών (μεταφράζει η Χρύσα Προκοπάκη), της αναζήτησης της κατάλληλης λέξης, αποτελεί το πλέον ενδιαφέρον μεταδραματικό (και γλωσσικό) στοιχείο: Σαλιαρίσματα εκστομίζει η Κλεάνθη όχι, γλύκες επιλέγει η Νύχτα, πολύ λίγο/λιγότεροδούλος/όχι, υπηρέτης είναι μερικά από τα οποία επιλέγει κι επιβάλλει η υποβολέας αναδεικνύοντας έτσι το ρόλο του μεταφραστή ως μεσάζοντα και συνδημιουργού μιας νέας εκδοχής του έργου. Με αυτήν τη διαδικασία βάζει και το θεατή στο παιχνίδι της επιλογής των κατάλληλων λέξεων, εστιάζοντας ξανά σε ζεύγη (εδώ λεξικά) στα οποία διαπραγματευόμαστε την καταλληλότερη σημασιακή επιλογή. Επιπλέον, αξίζει να αναφέρουμε πως η έμμετρη μετάφραση δεν είναι σε καμία περίπτωση αταίριαστη, αλλά ολοζώντανη υποστηρίζοντας επαρκώς την ροή του μολιερικού λόγου. 

Το παιγνιώδες κλίμα με τις καρναβαλικές παραδόσεις του γαϊτανακιού και την ευλυγισία της Commedia dell arte (ξυλοπόδαρα Ερμή και αναρρίχηση της νύχτας προς τον ουρανό) επικρατούν στο πρώτο μισό της αναπαράστασης. Με την διάλυση του σκηνικού όμως η σκηνοθεσία βαθμηδόν χάνει την παιγνιώδη δυναμική της και εκπίπτει σε συμβατικότερες αναπαραστατικές λύσεις. Στην έκτη σκηνή του έργου η κινησιολογική επιλογή είναι εντελώς αμήχανη, με την Αλκμήνη και τον Αμφιτρύωνα να μετακινούνται πάνω-κάτω στην σκηνή, ενώ λογομαχούν. Επιπροσθέτως, το αποδομημένο σκηνικό δεν αξιοποιείται πάνω στην σχέση αλληλεπίδρασης υποκριτή-σκηνικού. 

Κατά τα άλλα ο Λευτέρης Βογιατζής και το επιτελείο του συνθέτουν μια πολυποίκιλη αναπαράσταση. Πιστός στις επιλογές της ομάδας του, αλλά και των σκηνικών αναφορών του, όπως οι περιστρεφόμενοι και ανυψωτικοί μηχανισμοί, που ξεπερνούν την θεατρική σύμβαση (όπως η αρχαία κολόνα στην οποία περιστρέφεται ο Δίας), καταφέρνει να διαπραγματευτεί την ίδια τη θεατρική σύμβαση, είτε μέσω της μεταφραστικής επιλογής, είτε μέσω της αναφοράς του στο καρναβάλι και τη μεταμφίεση-μεταμόρφωση εν γένει, αλλά και μέσω του ονειρικού στοιχείου: 

Να είναι ονειροφαντασία; 

Η Αμαλία Μουτούση ως Αλκμήνη αποδίδει την καθαρότητα (και εκρηκτικότητα) του ερωτικού συναισθήματος δυναμικά, ο Νίκος Κουρής ως Δίας αποδίδει χωρίς ιδιαίτερη δυναμικότητα τον παντοδύναμο θεό, ο Γιώργος Γάλλος ως νικητής πολέμου και ταπεινωμένος σύζυγος εκπληρώνει επιτυχώς τον ρόλο του, το δίδυμο Λούλης/Ἠμελλος, εστιάζει ολοζώντανα στην κωμικότητα της παρεξήγησης, η Εύη Σαουλίδου είναι ιδιαιτέρως καλή ως επαναστατικό θηλυκό στον ρόλο της Κλεάνθης κα η Στεφανία Γουλιώτη ως Νύχτα/υποβολέα (σχολιαστή) αξιοποίησε τις δυνατότητες της στο πρώτο μέρος ως Νύχτα. Παρά τις επιμέρους αστοχίες, ο θίασος (μαζί με τους στρατηγούς-μουσικούς) επιτυγχάνει ένα άρτιο καλλιτεχνικό δημιούργημα. 

Με καυστικότητα για τις ηθικο-κοινωνικές αντιλήψεις της εποχή του, ο Μολιέρος συγγράφει ένα έργο, που δεν είναι μια κωμωδία και μόνο, αφού εμπεριέχει και τις σκοτεινές όψεις της εξουσίας και του θυμού. Ο Βογιατζής στήνει από τη μία ένα θέαμα, που εστιάζει μεν στο κωμικό στοιχείο του έργου, μα αναδεικνύει και τις σκιές που δύνανται να εντοπιστούν μέσα στην δυσκολία των διαπροσωπικών σχέσεων, αλλά και ειδικότερα στα έλλογα υποκείμενα που εμπλέκονται σε αυτές τις σχέσεις. 

Share on Myspace
ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΕΙΣ